To site χρησιμοποιεί cookies. Επιλέγοντας “Αποδοχή”, σημαίνει ότι συμφωνείτε με την χρήση των cookies όπως αναγράφεται στους όρους πολιτικής.
ΑΠΟΔΟΧΗ COOKIES
Menu

Τι θα φέρουν οι πολιτικές εξελίξεις;

Τι θα φέρουν οι πολιτικές εξελίξεις;
Τι θα φέρουν οι πολιτικές εξελίξεις;

«Κινούμενη άμμο» θυμίζει η αγορά των ΜΜΕ και της Επικοινωνίας στο δρόμο για την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας, είτε αυτές οδηγήσουν τους πολίτες στο παραβάν της αναμέτρησης των εθνικών εκλογών είτε όχι. Το βέβαιο είναι ένα: ότι η Αγορά, η Βιομηχανία, το Λιανεμπόριο, οι Υπηρεσίες και ο χώρος της Διαφήμισης δεν αντέχουν σε καμία περίπτωση πισωγυρίσματα ή βήματα σημειωτόν την τρέχουσα περίοδο - και αυτό ανεξάρτητα από το όποιο αποτέλεσμα των ενδεχόμενων βουλευτικών εκλογών, ασχέτως δηλαδή με το αν οι πρωταγωνιστές του επιχειρείν συσπειρώνονται στη συγκυβέρνηση ή στηρίζουν το μπλοκ που θα δημιουργήσει η μείζων αντιπολίτευση.

Βέβαιη θεωρείται η πρόκληση μιας σχετικής ακαμψίας στα διαφημιστικά budget και φυσικά -όπως συμβαίνει σε όλες τις προεκλογικές περιόδους- το θολό πολιτικό σκηνικό και η αβεβαιότητα για το αποτέλεσμα θα αποτελέσουν το ακλόνητο «άλλοθι» αρκετών διαφημιζομένων, πολυεθνικών και εγχώριων, για το κλείσιμο της κάνουλας ροής διαφημιστικού χρήματος. Ο λόγος είναι γνωστός και μονοσήμαντος. Δεν έλκει την εξήγησή της η στάση αυτή από την εμμονή και το αίσθημα αυτοσυντήρησης της αγοράς της επικοινωνίας ή των διαφημιζομένων. Αντιθέτως, η κατανάλωση είναι αυτή που καθορίζει τα διαφημιστικά budget, μιας και θεωρείται εκ των ων ουκ άνευ η ένταση της μετριοπάθειας στη μη ανελαστική δαπάνη.

Τα μέρη του τρίπολου της αγοράς (ΜΜΕ, διαφημιζόμενοι, διαφημιστικές) καλούνται να επιδείξουν υπομονή και αντοχές και σε σχέση με την εφαρμογή εκκρεμουσών υποθέσεων όπως π.χ. η αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών εθνικής εμβέλειας, η ετυμηγορία της Επιτροπής Ανταγωνισμού αναφορικά με τις κινήσεις συγχωνεύσεων στη συνδρομητική τηλεόραση, η κοινή έναρξη, τον Ιούλιο του 2015, της εφαρμογής της Τροπολογίας που αλλάζει τους όρους πληρωμής της διαφήμιση στα media και, φυσικά, η επαναφορά ή μη του ειδικού φόρου τηλεόρασης η προθεσμία για τον οποίο λήγει στο τέλος του χρόνου. Ταυτόχρονα, δηλαδή, με την «τελευταία λέξη» που θα πουν οι εθνικοί μας εκπρόσωποι για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας στις 29/12/2014.

Τι θα γίνει με τον Eιδικό Φόρο Τηλεόρασης;

Τα σενάρια για την επόμενη ημέρα της εκλογής ή μη του Προέδρου της Δημοκρατίας ξεπερνούν τα θέματα της επικοινωνίας. Ωστόσο, ο καθείς γνωρίζει ότι η διοίκηση και η Πολιτεία ουδόλως φημίζεται ότι στην Ελλάδα προβάλλει ή στηρίζει την περιβόητη συνέχεια του κράτους. Για να το κάνουμε πιο συγκεκριμένο, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι μια ενδεχόμενη κυβέρνηση του κεντροαριστερού χώρου δεν θα επανέφερε στην πράξη τον ειδικό φόρο τηλεόρασης. Το φόρο που ανέρχεται στο 20% επί των διαφημίσεων και που είχε επαναφέρει η κυβέρνηση του Γ. Παπανδρέου, ενώ είχε εξαλειφθεί από εκείνη του Κ. Καραμανλή. Από το 2010 ως και σήμερα, αν και συνιστά μνημονιακή υποχρέωση, έχει «παγώσει» και δεν έχει εκτελεστεί, ενώ η τελευταία παράταση λήγει στις 31.12.2014. Την ίδια ημερομηνία λήγει και η άλλη παράταση της «προσωρινής»- επί πολλά έτη- λειτουργίας των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών.

Να θυμίσουμε ότι ο ειδικός φόρος τηλεόρασης ξεκίνησε ως φόρος πολυτελείας το 1983, όταν υπήρχε το μονοπώλιο της ΕΡΤ. Επί κυβέρνησης Σημίτη, με το νόμο 3229/2004 ο φόρος μειώθηκε σταδιακά σε 25% από 1.7.2004 και σε 20% από 1.1.2005, με αύξηση του ανταποδοτικού τέλους υπέρ της ΕΡΤ κατά 10%. Η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, με υπουργό τον Θόδωρο Ρουσόπουλο, μείωσε το φόρο, με το νόμο 3427/2005, σταδιακά σε 10% το 2005 και σε 5% την 1η Νοεμβρίου του 2006 και τον εκμηδένισε την 1η Νοεμβρίου του 2007. Παράλληλα, επαύξησε από τα τέλη του 2005 το ανταποδοτικό τέλος κατά 30%. Ο τότε πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, τον επανέφερε με το μνημονιακό νόμο 3845/2010 (Μάιος 2010), με πρόβλεψη για άμεση εφαρμογή από 1η Ιουλίου 2010. Με δύο διαδοχικές διατάξεις, ωστόσο, σε σχετικούς νόμους η υλοποίησή του μετατέθηκε για την 1η Οκτωβρίου 2010 (ν. 3871/2010) και για την 1η Ιανουαρίου 2012 (ν. 3899/2010). Στη συνέχεια, με δύο διαδοχικές Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου ο φόρος μετατέθηκε για την 1.1.2013 και στη συνέχεια για την 1.1.2014, για να πάρει και νέα αναβολή για έναν χρόνο έως την 1η Ιανουαρίου του 2015.

Θυμίζουμε πάντως τον ντόρο που είχε γίνει τον Σεπτέμβριο του 2010 όταν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έβαλε στο… μάτι τη διάταξη για την επιβολή ειδικού φόρου τηλεόρασης στην Ελλάδα. Είχε προηγηθεί επείγουσα επιστολή που απέστειλε στην Κομισιόν η Ευρωπαϊκή Ένωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών (ΑCT), μέλος της οποίας είναι η ΕΙΤΗΣΕΕ.

Τότε οι καναλάρχες είχαν υποστηρίξει ότι ο πρόσθετος φόρος που θα επιβαλλόταν στα έσοδα από τις τηλεοπτικές διαφημίσεις και όχι στα κέρδη, θα επιβάρυνε περαιτέρω τα διαφημιστικά έσοδα συνολικά κατά 64,5%, αν συνυπολογίζονταν ο ΦΠΑ και το αγγελιόσημο.

Τι πιστεύει ο ΣΥΡΙΖΑ

Στην ατζέντα του ΣΥΡΙΖΑ περιλαμβάνεται και η επαναφορά του ειδικού φόρου τηλεόρασης στα επίπεδα που αντιστοιχούν στις οικονομικές τους επιδόσεις. Και τούτο γιατί η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ για το θέμα εντάσσεται στο τρίπτυχο δόγμα για τα ΜΜΕ, «πάταξη διαπλοκής - τηλεοπτικές άδειες από μηδενική βάση - επανίδρυση της ΕΡΤ».

Τη λύση του γρίφου μιας «γήινης» πρότασης για την τακτοποίηση του τοπίου  που ωστόσο αρκετοί από τα συστημικά κόμματα έχουν ονειρευτεί ή υποσχεθεί ματαίως, παλαιότερα (Κ. Καραμανλής, Γ. Παπανδρέου)- έχουν ήδη αναλάβει κομματικά στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης με την οδηγία του προέδρου, Αλέξη Τσίπρα, να καταδειχθεί προς την κοινωνία ότι θα «γίνει ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να κερδηθεί το στοίχημα της πάταξης της διαπλοκής».

Η υπόθεση «διαμόρφωση θέσεων» για τον ευαίσθητο κλάδο των Μέσων έχει ανατεθεί σε μια «ανοικτή» ομάδα συναντίληψης, τα μέλη της οποίας καθοδηγούν ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνος Σκουρλέτης, ο επικεφαλής της «Αυγής», Βασίλης Μουλόπουλος, και «δεξί» χέρι του Αλέξη Τσίπρα σε θέματα επικοινωνίας (συντονιστής γραμματείας πολιτικής επικοινωνίας), ο Νίκος Βούτσης, γραμματέας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ και ο διευθύνων σύμβουλος της «Αυγής», Δημήτρης Στούμπος.

Αφετηρία σκέψης του think tank του ΣΥΡΙΖΑ για τα Media συνιστά σε αδρές γραμμές:

• Ο ελεύθερος ανταγωνισμός στα ΜΜΕ αποτελεί ένα «σύντομο ανέκδοτο». Τα ΜΜΕ είναι άρρωστα, διαπλεκόμενα, καθοδηγούμενα και καταχρεωμένα.
• Η πολυνομία, η μεθοδευμένη ασάφεια και το νομοθετικό χάος έχουν διαμορφώσει μια κατάσταση ενημερωτικής ζούγκλας. Τα ΜΜΕ έχουν περάσει στα χέρια οικονομικών κέντρων εξουσίας που τα χρησιμοποιούν όχι για να παράγουν ενημέρωση, αλλά επιχειρηματικά κέρδη.
• Σήμερα τα ΜΜΕ είναι ζημιογόνα και χρεωκοπημένα. Αν οι επιχειρηματίες επενδύουν χρήματα σε ζημιογόνες επιχειρήσεις, σημαίνει ότι από κά- που αλλού περιμένουν να τους επιστραφούν. Κατευθυντήρια γραμμή από την κορυφή του κόμματος είναι να διαμορφωθεί ένα προτασολόγιο για τη θέσπιση νέου νομοθετικού πλαισίου που θα σπάσει το σύστημα διαπλοκής στα Μέσα Ενημέρωσης, κυρίως το μονοπωλιακό καθεστώς των τηλεοπτικών αδειών. Κεντρικός στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι να το βάλει ψηλά στην ατζέντα του, να προχωρήσει σε προκήρυξη αδειοδότησης των τηλεοπτικών αδειών από μηδενική βάση και να καταστήσει βατό το πεδίο για νέους παίκτες και ανοικτό το επάγγελμα του καναλάρχη. Επί της ουσίας έχει αρχίσει επεξεργασία για την κατάθεση σχεδίου νόμου για τα ΜΜΕ στο πνεύμα μιας νομοθεσίας κατά της συγκέντρωσης των μεγάλων ΜΜΕ στα χέρια λίγων επιχειρηματιών. Ο νέος νόμος θα έχει σύνδεση πιθανότατα με την Επιτροπή Ανταγωνισμού, ενώ θα περιλαμβάνει πλήρες περιουσιολόγιο των μετόχων. Στην κατεύθυνση αυτή θα επιχειρηθεί να γκρεμιστεί το σύστημα του ΕΣΡ και να αλλάξει ο τρόπος λειτουργίας του.
• Η νομοθετική βεντάλια του ΣΥΡΙΖΑ θα ανοίξει με την τήρηση των προϋποθέσεων και με αυστηρά οικονομικά, φορολογικά και ασφαλιστικά κριτήρια, κυρίως δε με την ενίσχυση των περιφερειακών ΜΜΕ. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει τη διαδικασία αδειοδότησης από μηδενική βάση σε ραδιόφωνο και τηλεόραση, τη χορήγηση αδειών και σε μη εμπορικές επιχειρήσεις και την καταβολή των οφειλόμενων τελών από τους ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς αναδρομικά από το 1995. Ακόμη, στον ανασχεδιασμό του χάρτη ραδιοσυχνοτήτων θα υπάρχει και πρόβλεψη ώστε ο πάροχος ψηφιακής πλατφόρμας να μην ταυτίζεται με τον πάροχο περιεχομένου, αλλά και μια νέα ρύθμιση για τη συγκέντρωση στα ΜΜΕ.

Στις λοιπές του προτάσεις θα περιλαμβάνονται συνοπτικά τα εξής:

• Ανακεφαλαιοποίηση των Μέσων με τα χρήματα των ιδιοκτητών και όχι των τραπεζών μέσω δανεισμού. Θα σταματήσει η χρηματοδότηση μέσω δανείων των υπερχρεωμένων ΜΜΕ.
• Προώθηση νομοθεσίας που θα επιτρέπει στην Τράπεζα της Ελλάδος να διενεργεί ελέγχους για την προέλευση χρηματοδότησης των Μέσων.
• Έλεγχος ροής του χρήματος και του πολιτικού μαύρου χρήματος.
• Πολιτικές συνεργατικών δημοσιογραφικών εγχειρημάτων, να περάσουν δηλαδή τα χρεωμένα ΜΜΕ στα χέρια των συνεταιρισμών των εργαζομένων.
• Διατήρηση καθεστώτος αγγελιοσήμου. Να πληρώσουν τα οφειλόμενα οι επιχειρήσεις ΜΜΕ στο ΕΤΑΠ - ΜΜΕ και τον ΕΔΟΕΑΠ.
• Κάλυψη νομικών κενών για το Διαδίκτυο, προστασία ελευθερίας λόγου, απόσυρση τυποκτόνου νόμου.
• Έλεγχος ροής του χρήματος από κρατική διαφήμιση με όρους δίκαιους και αναλογικά με τις επιδόσεις κάθε Μέσου. Αποκατάσταση αδικίας και απόδοση του 30% (17% για τον Τύπο) της κρατικής διαφήμισης στα περιφερειακά Μέσα. Διατήρηση πολυφωνίας μέσω της χρηματοδότησης των περιφερειακών Μέσων.
• Έλεγχος εταιρειών δημοσκοπήσεων που συνεργάζονται με το Δημόσιο.

Τα βασικά επιχειρήματα κατά του Ειδικού Φόρου Τηλεόρασης

• Απειλείται η μετάβαση στην Ψηφιακή Τηλεόραση: Δεν γίνεται σεβαστή η αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας: Η επιβολή του φόρου μονομερώς και ειδικά στην τηλεοπτική διαφήμιση, αποτελεί σαφή διάκριση ανάμεσα στην τηλεόραση και άλλα ανταγωνιστικά μέσα.
• Παρακωλύεται η ελευθερία παροχής υπηρεσιών: Είναι σαφές ότι ο φόρος θα επιβληθεί και σε ξένες επιχειρήσεις τηλεοπτικών και διαφημιστικών υπηρεσιών που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, δηλαδή μπορεί να επηρεάσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των κρατών-μελών. Η ACT αφενός αμφισβητεί την αναλογικότητα αυτού του μέτρου -που επιβάλλει συνολικό φόρο 64,5% πριν από τη φορολόγηση του εταιρικού εισοδήματος- και αφετέρου θεωρεί ότι πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο το μέτρο ενδέχεται να εμποδίσει την είσοδο πολυεθνικών διαφημιζόμενων στην ελληνική αγορά.
• Ο φόρος θα έχει δυσμενείς επιπτώσεις στο πρόγραμμα αποκατάστασης της ελληνικής οικονομίας: Η ACT αμφισβητεί το κατά πόσον ο φόρος, ο οποίος μεροληπτεί σε βάρος του μέσου με το υψηλότερο επίπεδο επανεπένδυσης των διαφημιστικών του εσόδων στην εγχώρια οικονομία, μπορεί να συμβαδίζει με τη δέσμευση που ορίζεται στην Απόφαση 9443/10 του Συμβουλίου για τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας.
• Ο φόρος υποκρύπτει κρατική βοήθεια και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για τους δημόσιους τηλεοπτικούς σταθμούς: 20% ειδικός φόρος επί των διαφημιστικών εσόδων δίνει ένα πλεονέκτημα στην κρατική τηλεόραση, η οποία -σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της στην ιδιωτική τηλεόραση- θα παρουσιάσει βελτίωση της οικονομικής της κατάστασης. Απουσία αντίστοιχων μέτρων για τη μείωση των εισοδημάτων της ελληνικής κρατικής τηλεόρασης, αυτή η βελτίωση στην οικονομική της κατάσταση θα ερμηνευθεί ως υπεραντιστάθμιση, καθώς οι πόροι της μπορεί να υπερβούν τους αναγκαίους για την παροχή των δημόσιων υπηρεσιών της.