To site χρησιμοποιεί cookies. Επιλέγοντας “Αποδοχή”, σημαίνει ότι συμφωνείτε με την χρήση των cookies όπως αναγράφεται στους όρους πολιτικής.
ΑΠΟΔΟΧΗ COOKIES
Menu

Τα ελληνικά ΜΜΕ κατάλαβαν ότι είναι… ΜμΕ

Τα ελληνικά ΜΜΕ κατάλαβαν ότι είναι… ΜμΕ

Γράφει η Σόνια Χαϊμαντά


Η κουλτούρα συνεργασιών, των συνεργειών ή των συμπράξεων δεν είναι κάτι καινούργιο στην αγορά των ελληνικών ΜΜΕ. Υπήρχε πάντα, και το πιο διαυγές και ξεκάθαρο παράδειγμα ήταν η Τηλέτυπος, που διαχειρίστηκε το Mega επί 30 ολόκληρα χρόνια, από τον Νοέμβριο του 1989 έως τον Νοέμβριο του 2019, οπότε πέρασε στην Alter Ego Επιχείρηση Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης Α.Ε., συμφερόντων Β. Μαρινάκη.

Οι περισσότεροι υποστηρικτές της άποψης ότι οι επιχειρηματίες ΜΜΕ στην Ελλάδα «παίζουν ο καθένας μόνος του» ξεχνούν την ώσμωση που υπήρξε -παρά τις όποιες διαφωνίες- μεταξύ των εμβληματικών εκδοτών οι οποίοι συμμετείχαν με 20% έκαστος: Oι εκδότες των εφημερίδων Το Βήμα και Τα Νέα, Χρήστος Λαμπράκης, του Έθνους, Γιώργος Μπόμπολας, της Ελευθεροτυπίας, Χρήστος Τεγόπουλος, της Καθημερινής, Αριστείδης Αλαφούζος, και της Μεσημβρινής, οικογένεια Βαρδινογιάννη. Έκτοτε σημειώθηκαν αρκετές κόντρες μεταξύ των ανταγωνιστών στον Τύπο και τα ηλεκτρονικά Μέσα, αλλά δεν έλειψαν και οι συγκλίσεις, οι συνεννοήσεις, οι κοινές πρακτικές και, πρόσφατα, και οι συνέργειες και συγχωνεύσεις. Από το πιο απλό, τη συμφωνία για την έναρξη της τηλεοπτικής σεζόν, έως και το πιο σύνθετο, την τιμολόγηση της διαφήμισης ή τα αιτήματα για επιδότηση ή και τη στάση απέναντι στη νομοθεσία για τις τηλεοπτικές άδειες, οι καναλάρχες είχαν πάντα έναν τρόπο να τα βρίσκουν μεταξύ τους, αν όχι μέσα στα θεσμικά τους όργανα (ΕΙΤΗΣΕΕ, Digea), σίγουρα εκτός, σε καθαρά επιχειρηματικό επίπεδο. Άλλωστε η πρώτη τους ιδιότητα είναι επιχειρηματίες.

Όλα αυτά τα χρόνια η κουλτούρα συνεργασιών ωρίμαζε, με υπόδειγμα τις επιχειρηματικές συνέργειες που ανέπτυσσαν τα κανάλια με ξένους σταθμούς. Παράδειγμα η συνεργασία των ιδιωτικών καναλιών με το CNN για τη μετάδοση στιγμιοτύπων διεθνούς ενδιαφέροντος, το synergy ΕΡΤ-Καναλιού Βουλής και Euronews, ή και μικρότερων ιδιωτικών καναλιών όπως το Action24 με το CBS ή τη RAI. Αλλά και άλλες συμφωνίες εντός των τειχών απέδιδαν καρπούς, όπως η συνεργασία της Nova και της Cosmote TV με τα ιδιωτικά κανάλια πανελλαδικής ή περιφερειακής εμβέλειας για τη φιλοξενία του προγράμματός τους στις πλατφόρμες της συνδρομητικής TV. Στο ίδιο πλαίσιο αναπτύχθηκε και η συνεργασία της Vodafone Ελλάδος με το HBO για το Vodafone TV.

Το «ταμπού» της δυσκολίας των συνεργασιών έσπασε όταν ο Όμιλος Κυριακού αποφάσισε να διαθέσει το 30% του ομίλου στους Άραβες και το 15% του ΑΝΤ1+ στη Fairfax, έχοντας παράλληλα συμπράξει με την Alter Ego Media του Βαγγέλη Μαρινάκη για τη δημιουργία κοινής εταιρείας παραγωγής, της Oscar Productions. Το έδαφος είχε στρώσει νωρίτερα ο Όμιλος Βαρδινογιάννη που, έχοντας στην ιδιοκτησία του τον Star, απέκτησε στη συνέχεια και τον Alpha του ∆ηµήτρη Κοντοµηνά. Στο πλαίσιο αυτό, αποφασίστηκε ο μηχανισµός του ενηµερωτικού τοµέα του Alpha να µετακοµίσει στις εγκαταστάσεις του Star. Με δεδοµένο ότι τα δύο κανάλια δαπανούσαν υπέρογκα ποσά για να συντηρούν τον ενηµερωτικό τοµέα, η ενοποίηση ήταν λογικό να σηµατοδοτήσει µεγάλες οικονομίες κλίμακας. Από κει και πέρα, οι περισσότερες από τις παραγωγές των εκποµπών, όπως και αυτές που αφορούσαν τη µυθοπλασία, πραγματοποιούνταν στην εταιρεία παραγωγής που είχε συστήσει ο ∆ηµήτρης Κοντοµηνάς. Η συνέχεια είναι γνωστή: Η BC Partners/United Media (Nova) μπήκε στο μετοχικό κεφάλαιο των Alpha - Star - Green Pixel, που φέρνει κοντά τον Όμιλο Βαρδινογιάννη με τους Νίκο Σταθόπουλο και Ντράγκαν Σόλακ.

Πρόσφατα, η Ραδιοτηλεοπτική Α.Ε. του Ιβάν Σαββίδη, που ελέγχει το Open, παραχώρησε την παραγωγή αλλά και την εμπορική αξιοποίηση του προγράμματος στην Barkingwell Media του Νίκου Κοκλώνη, με τον οποίο έχει συμφωνήσει, αν όλα πάνε καλά, να του πωλήσει τουλάχιστον το 50% + 1 μετοχή μετά από δύο χρόνια.

Την περασμένη εβδομάδα, το Open και η Barkingwell Media οριστικοποίησαν το σχήμα συνεργασίας και κατέληξαν σε συμφωνία. Η RED Smile, θυγατρική της Barkingwell Media του Νίκου Κοκλώνη, συστάθηκε στις 27 Απριλίου 2023. Το μετοχικό της κεφάλαιο ανέρχεται σε 4.000 ευρώ και καλύπτει όλο το φάσμα της παραγωγής προγράμματος για την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, το Internet κ.λπ. ∆ιαχειριστής της είναι ο Νίκος Κοκλώνης. θα προμηθεύει με πρόγραμμα, δηλαδή ψυχαγωγικές εκπομπές, την εταιρεία Ραδιοτηλεοπτική Α.Ε., που ελέγχει τον τηλεοπτικό σταθμό Open. H Ραδιοτηλεοπτική Α.Ε., ως αδειούχος εταιρεία, θα διατηρήσει τον τομέα της ενημέρωσης (δελτία ειδήσεων και ενημερωτικές εκπομπές), με γενικό διευθυντή ειδήσεων και ενημέρωσης το δημοσιογράφο Χρήστο Παναγιωτόπουλο, αλλά και την αγορά του υπόλοιπου προγράμματος, που περιλαμβάνει τις συμφωνίες και τα ντοκιμαντέρ.

Οι υπόλοιπες εκπομπές, όμως, θα έχουν την υπογραφή του Νίκου Κοκλώνη, ο οποίος με την κίνηση αυτή αποκτά πρόσβαση, ως κεντρικός προμηθευτής της Ραδιοτηλεοπτικής Α.Ε., σε ένα σταθμό εθνικής εμβέλειας. ∆εν αποκλείεται στο ∆.Σ. της εταιρείας του Open να τοποθετηθούν δύο πρόσωπα ως εκπρόσωποι της εταιρείας του Νίκου Κοκλώνη. Η λογική της συνεργασίας Open - Barkingwell Media προσομοιάζει με τη συνέργεια της Green Pixel με Alpha και Star (εκπομπές, τηλεπαιχνίδια).

Ωστόσο, στην περίπτωση της συγκεκριμένης εταιρείας παραγωγής οι δύο σταθμοί είναι και μέτοχοί της, ενώ η Nova (United Media) είναι σε… αναμονή για να εμπλακεί στο σχήμα. Παράλληλα, και η Alter Ego συνεργάζεται με το One του ∆ιονύση Παναγιωτάκη.

Στην Ευρώπη τα ΜΜΕ δεν είναι… ΜμΕ

Στην Ευρώπη λειτουργούν σήμερα 12.664 τηλεοπτικά κανάλια. Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση από το Ευρωπαϊκό Οπτικοακουστικό Παρατηρητήριο, τα 3/4 είναι επίγειες (γραμμικές) τηλεοπτικές υπηρεσίες (9.349 τηλεοπτικά κανάλια) και το ένα τέταρτο είναι μη γραμμικές υπηρεσίες (3.315 υπηρεσίες VOD και πλατφόρμες ανταλλαγής βίντεο).

Οι μεγαλύτερες εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον οπτικοακουστικό τομέα της Ευρώπης είναι αμερικανικής προέλευσης. Περίπου 1 στα 5 (18%) τηλεοπτικά κανάλια (εκτός της τοπικής τηλεόρασης) ανήκει σε αμερικανικά ιδιοκτησιακά συμφέροντα και περισσότερες από το 1/3 όλων των συνδρομητικών τηλεοπτικών υπηρεσιών SVOD (39%) και TVOD (33%) ανήκουν σε αμερικανικές εταιρείες.

Το περιεχόμενο των οπτικοακουστικών υπηρεσιών στην Ευρώπη αποκαλύπτει σημαντικές διαφορές μεταξύ επίγειων και διαδικτυακών τηλεοπτικών καναλιών. Ενώ ο τηλεοπτικός προγραμματισμός καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τον θεματικό κατακερματισμό, οι υπηρεσίες κατά παραγγελία έχουν σαφή εστίαση στο περιεχόμενο κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικής μυθοπλασίας.

Όσον αφορά το ιδιοκτησιακό καθεστώς, η ευρωπαϊκή τηλεοπτική αγορά χωρίζεται σε έναν δημόσιο τομέα με κυρίως γενικευμένο προγραμματισμό που διατίθεται στα επίγεια ψηφιακά δίκτυα και σε έναν ιδιωτικό τομέα που έχει επεκταθεί σε θεματικά κανάλια, που μπορεί να διανέμονται διά μέσου της καλωδιακής τηλεόρασης, του διαδικτύου (IPTV) και των δορυφορικών καναλιών. Σχεδόν όλες οι συνδρομητικές τηλεοπτικές υπηρεσίες είναι ιδιωτικές (97%). Στην αγορά έχουν εισέλθει και τα δημόσια μέσα ενημέρωσης, προσφέροντας κυρίως catch-up υπηρεσίες του επίγειου τηλεοπτικού προγράμματός τους. Μία στις πέντε δημόσιες υπηρεσίες on-demand είναι επί πληρωμή, για παράδειγμα η διεθνής έκδοση του BBC iPlayer.

Σημαντική είναι η παρουσία των αμερικανικών φορέων στον ευρωπαϊκό τομέα της τηλεόρασης και της συνδρομητικής τηλεόρασης. Οι μη ευρωπαϊκοί παίκτες έχουν αποκτήσει ισχυρά ερείσματα στην ευρωπαϊκή οπτικοακουστική αγορά. Ένας στους πέντε εκ των 50 κορυφαίων τηλεοπτικών ομίλων και πάνω από το ένα τρίτο των 50 κορυφαίων ομίλων συνδρομητικών τηλεοπτικών υπηρεσιών ανήκει σε μη ευρωπαϊκή μητρική εταιρεία.

Οι αμερικανικοί φορείς δεσπόζουν στον τομέα της παιδικής τηλεόρασης και της ψυχαγωγίας SVOD. Περίπου τα μισά από όλα τα παιδικά τηλεοπτικά κανάλια στην Ευρώπη ανήκουν στις ΗΠΑ (48%). Οι αμερικανικές εταιρείες κυριαρχούν στην παιδική τηλεόραση και στη συνδρομητική ψυχαγωγική τηλεόραση. Περίπου τα μισά από όλα τα παιδικά τηλεοπτικά κανάλια στην Ευρώπη ανήκουν στις ΗΠΑ (48%) και το ίδιο ισχύει για το 59% των τηλεοπτικών συνδρομητικών υπηρεσιών ψυχαγωγίας. Το εμπορικό σήμα Nickelodeon της Paramount, το Disney Channel της Disney, το Cartoon Network της AT&T και το JimJam της AMC Networks αποτελούν εξέχοντα παραδείγματα. Οι αμερικανικοί φορείς κυριαρχούν επίσης στη διαδικτυακή ψυχαγωγία ενηλίκων με μερίδιο 59% στην προσφορά συνδρομητικών υπηρεσιών βίντεο κατά παραγγελία. Οι αμερικανικές εταιρείες είναι κατά πολύ πιο ισχυρές από όλους τους ανταγωνιστές τους σε διεθνές επίπεδο.

Η Walt Disney Company, για παράδειγμα, είναι, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Οπτικοακουστικό Παρατηρητήριο, σχεδόν πανταχού παρούσα στην Ευρώπη, καθώς δραστηριοποιείται σε 44 ευρωπαϊκές τηλεοπτικές αγορές. Όσον αφορά τα κέντρα εγκατάστασής τους, οι πανευρωπαϊκοί παίκτες εφαρμόζουν διαφορετικές στρατηγικές. Το Netflix, για παράδειγμα, χρησιμοποιεί μια συγκεντρωτική στρατηγική με μια κύρια χώρα εγκατάστασης από την οποία στοχεύει στις ευρωπαϊκές αγορές. Η Vivendi χρησιμοποιεί στρατηγική πολλών χωρών, όπου συνήθως ένας μικρός αριθμός χωρών χρησιμεύει ως βάση για τη στόχευση διαφόρων εθνικών αγορών. Η AT&T, αντίθετα, εφαρμόζει μια αποκεντρωμένη στρατηγική όπου ένας μεγαλύτερος αριθμός κέντρων εγκατάστασης εξυπηρετεί τις ευρωπαϊκές αγορές