To site χρησιμοποιεί cookies. Επιλέγοντας “Αποδοχή”, σημαίνει ότι συμφωνείτε με την χρήση των cookies όπως αναγράφεται στους όρους πολιτικής.
ΑΠΟΔΟΧΗ COOKIES
Menu

Reuters: Τι έρχεται σε διαφήμιση και media

Reuters: Τι έρχεται σε διαφήμιση και media
Nέα δεδομένα και ανανεωμένες τάσεις αναδύονται στην πρόσφατη έκθεση που δημοσιεύτηκε από τον ανώτερο ερευνητικό συνεργάτη του Ινστιτούτου Reuters για τη Δημοσιογραφία, Nικ Νιούμαν, το 2020.

Γράφει η Σόνια Χαϊμαντά 


Πιο συγκεκριμένα, η φετινή έκθεση υιοθετεί μια νέα μορφή, η οποία αναδεικνύει τις απόψεις των ψηφιακών ηγετών σχετικά με τα σημαντικότερα θέματα του κλάδου των ειδήσεων και τις συνδυάζει με πέντε στοχευμένες στο μέλλον συνεισφορές από το Ινστιτούτο Reuters, με σκοπό να αναγνωρίσει τις τάσεις στα μέσα ενημέρωσης και να παράσχει μια διορατική ματιά για τη νέα χρονιά. Τα τελευταία δέκα χρόνια καθορίστηκαν σημαντικά από τις τεχνολογικές καινοτομίες στα κινητά τηλέφωνα και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι οποίες, αφενός προκάλεσαν διάσπαση προσοχής, αφετέρου, υπονόμευσαν τα επιχειρηματικά μοντέλα που βασίζονται στη διαφήμιση και αποδυνάμωσαν τους θεματοφύλακες/κυρίαρχους παίκτες της δημοσιογραφίας. Παράλληλα, οι κοινωνικοπολιτικές αναταραχές επηρέασαν αρνητικά την εμπιστοσύνη στη δημοσιογραφία και σε πολλές χώρες οδήγησαν σε επιθέσεις εναντίον ανεξάρτητων ειδησεογραφικών μέσων.

Τι προβλέπεται όμως από εδώ και πέρα; Η πρόβλεψη της σχετικής έκθεσης κάνει λόγο για αύξηση της νομοθετικής ρύθμισης του Διαδικτύου την επόμενη δεκαετία, ενώ παράλληλα θα επιδιωχθεί στενότερη σύνδεση με το κοινό, ανακτώντας την εμπιστοσύνη στη δημοσιογραφία. Εξάλλου, η ψηφιακή δημοσιογραφία θα κλονιστεί συθέμελα από το επερχόμενο κύμα τεχνολογικών καινοτομιών στους αυτοματισμούς που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη, στις οπτικές και φωνητικές διεπαφές (interfaces) και στα big data - κι όλα αυτά με φόντο μια πολιτικοοικονομική αβεβαιότητα, που θα θέσει ακόμα περισσότερο σε δοκιμασία τη βιωσιμότητα των ειδησεογραφικών οργανισμών.

Πώς βλέπουν οι ηγέτες των ΜΜΕ το 2020;

• Τα περισσότερα στελέχη του κλάδου είναι αισιόδοξοι για την πορεία της εταιρείας τους, αλλά αμφιβάλλουν για το μέλλον της δημοσιογραφίας. Οι προβλέψεις για τα τοπικά μέσα 
είναι ανησυχητικές, σε συνδυασμό με τους φόβους για τη μείωση της εμπιστοσύνης και των επιθέσεων στη δημοσιογραφία από πολιτικούς.

• Η πλειονότητα των ερωτηθέντων (85%) πιστεύουν ότι τα ΜΜΕ πρέπει να «ξεσπεκάζουν» περισσότερο τα ψέματα και τις «ημιαλήθειες», αν και κάποιοι ανησυχούν πως ακόμα κι αυτό μπορεί να μην είναι αρκετό, καθώς πολλά πολιτικά πρόσωπα ανά τον κόσμο υιοθετούν τη στρατηγική του Ντόναλντ Τραμπ· υπονομεύουν, δηλαδή, τα κυρίαρχα ΜΜΕ και χρησιμοποιούν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, για να προωθήσουν απευθείας τα μηνύματα στους υποστηρικτές τους.

• Το 50% των εκδοτών βασίζονται στις συνδρομές των αναγνωστών, θεωρώντας τες βασική πηγή εσόδων με αυξητική δυναμική, σχεδόν το ένα τρίτο (35%) κρίνουν πως τα έσοδα από τη διαφήμιση θα είναι στο ίδιο επίπεδο με τις συνδρομές και μόνον 1 στους 7 (δηλαδή, το 14%) εναποθέτουν τις ελπίδες τους αποκλειστικά στη διαφήμιση.

• Παρά το γεγονός ότι η διόγκωση της ισχύος των κολοσσιαίων τεχνολογικών πλατφορμών (GAFA) απασχολεί τις περισσότερες επιχειρήσεις ΜΜΕ, οι εκδότες πιστεύουν ότι οι παρεμβάσεις των υπευθύνων για τα πνευματικά δικαιώματα στο Διαδίκτυο πιθανώς να βλάψουν (25%) αντί να βοηθήσουν (18%) τη δημοσιογραφία, ενώ για την πλειονότητα (56%) δεν θα αλλάξει κάτι.

• Φαίνεται πως ανατέλλει μια χρυσή χρονιά για το podcasting, καθώς σχεδόν το ήμισυ των ερωτηθέντων εκδοτών (53%) δήλωσαν ότι το ηχητικό περιεχόμενο στα sites αποτελεί προτεραιότητα.

• Πολλοί ψηφιακοί δημοσιογραφικοί οργανισμοί προσανατολίζονται στην πλήρως αυτοματοποιημένη πληροφόρηση με εξατομικευμένα πρωτοσέλιδα και προτάσεις για τον αναγνώστη, καθώς το 52% τη θεωρεί εξαιρετικά σημαντική.

• Η προσέλκυση και η διατήρηση εξειδικευμένου τεχνολογικού προσωπικού αποτελεί μείζον θέμα για τους ειδησεογραφικούς οργανισμούς, καθώς μόνο το 24% πιστεύει ότι θα καταφέρει να τους κρατήσει (εν αντιθέσει με το 76% για τους συντάκτες), εφόσον οι εταιρείες τεχνολογίας και τα δημοφιλή brands προσφέρουν μεγαλύτερους μισθούς, σταθερότερη εργασία και ένα εργασιακό περιβάλλον στο οποίο μπορούν να αποδώσουν τα μέγιστα.

• Οι εκδότες και οι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς αναφέρουν ότι έχουν σημειώσει μεγάλη πρόοδο όσον αφορά την ισότητα των φύλων στην αίθουσα σύνταξης, με τα 3/4 (76%) να πιστεύουν ότι η επιχείρησή τους αποδίδει σ’ αυτόν τον τομέα. Ωστόσο, οι ίδιοι βαθμολογούν χειρότερα τη γεωγραφική (55%), την πολιτική (48%), και τη φυλετική πολυμορφία (33%).

• Στο εξής, οι περισσότερες ιστοσελίδες πρόκειται να παρέχουν περιεχόμενο μόνο έπειτα από σύνδεση μέλους, καθώς η συλλογή δεδομένων απευθείας από τον αναγνώστη θα αποτελέσει κεντρικό στόχο για τους διαδικτυακούς εκδότες, μετά τη χλιαρή υποστήριξη προς τα cookies από κορυφαίους browsers και τους αυστηρότερους κανονισμούς προστασίας προσωπικών δεδομένων.

• Οι εκλογές, όπου πραγματοποιηθούν φέτος ανά τον κόσμο, θα παράσχουν μια ιδανική ευκαιρία για τους θιασώτες και υποστηρικτές της παραπληροφόρησης και των fakenews, προκειμένου να δοκιμάσουν νέες τακτικές, συμπεριλαμβανομένων των τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης, προκειμένου να κάμψουν τις όποιες άμυνες της πλατφόρμας. Ο ρόλος των πλατφορμών θα πολιτικοποιηθεί όλο και περισσότερο, με άμεσες επιθέσεις και κατηγορίες μεροληψίας από εξέχοντες πολιτικούς.

• Τα δίκτυα 5G θα συνεχίσουν να κυκλοφορούν σε πόλεις σε όλο τον κόσμο αυτό το έτος, αν και η διαθεσιμότητα του handset παραμένει περιορισμένη. Τελικά, το 5G θα επιτρέψει την ταχύτερη και πιο αξιόπιστη συνδεσιμότητα των smartphones, καθιστώντας ευκολότερη την πρόσβαση σε περιεχόμενο πολυμέσων εν κινήσει.

• Η μεταγραφή, η αυτοματοποιημένη μετάφραση και οι υπηρεσίες κειμένου-ομιλίας στο κείμενο θα είναι μερικές από τις πρώτες τεχνολογίες που βασίζονται σε AI που θα υιοθετηθούν μαζικά το 2020, ανοίγοντας νέους ορίζοντες και ευκαιρίες για τους εκδότες.

Τα ψίχουλα των cookies
Οι εκδότες θα προωθούν δυναμικά την εγγραφή και τις στρατηγικές σύνδεσης σύμφωνα με τον κανονισμό προστασίας προσωπικών δεδομένων και τους περιορισμούς για την τοποθέτηση των cookies από προγράμματα περιήγησης κατά των διαφημίσεων, όπως το Safari και το Firefox. Τα First-party data θα πριμοδοτούνται κατά προτεραιότητα, αλλά από αυτό είναι πιθανό να επωφεληθούν περαιτέρω πλατφόρμες όπως το Google και το Facebook, οι οποίες έχουν εκατοντάδες εκατομμύρια ήδη πιστοποιημένων χρηστών. 

Περισσότερες εξαγορές

Τα φθίνοντα περιθώρια λόγω της πτώσης των αναγνωστών και της αυξανόμενης δύναμης των πλατφορμών έχουν ήδη οδηγήσει σε μια σειρά μεγάλων συγχωνεύσεων, προκαλώντας ερωτήματα για την πολυφωνία και τη συγκέντρωση εξουσίας.

Συνεργασίες εκδοτών
Συνειδητοποιώντας ότι δεν μπορούν να καλύψουν κάθε εκδοχή, οι εκδότες αναζητούν ολοένα και περισσότερες ευκαιρίες σύμπραξης. 

Αποφυγή συνδρομής
Όσο οι εκδότες διεκδικούν συνδρομή βάζοντας paywall, τόσο περισσότερο το κοινό θα εξοικειώνεται στο να τα υπερπηδά ή/ και να αναζητεί πιο συμφέρουσες τιμές την ώρα της ανανέωσης συνδρομής.


Πολιτικές μετα-αλήθειας και  η απάντηση των δημοσιογράφων

Το 85% συμφώνησε με την άποψη ότι τα μέσα ενημέρωσης θα πρέπει να προσπαθήσουν ακόμα περισσότερο να αναδεικνύουν τα ψέματα και τις «ημιαλήθειες», αν και δεν είναι σίγουροι πως αυτή η προσέγγιση θα φτάσει στο κοινό, αντιθέτως φοβούνται πως μπορεί να σκληρύνει την κριτική, τόσο από τη δεξιά όσο και από την αριστερή πλευρά του πολιτικού φάσματος. Καθώς περισσότεροι πολιτικοί ανά τον κόσμο ακολουθούν την πρακτική του Ντόναλντ Τραμπ ως προς τα media, τα διλήμματα θα γίνουν οξύτερα στο εγγύς μέλλον. Έπειτα από τα γεγονότα του 2016, τα μέσα ενημέρωσης ασκούν πολύ επιθετική πολιτική επαλήθευσης των γεγονότων, αν και φοβούνται ότι τελικά δεν έχει καμία επίδραση στο μεγαλύτερο μέρος του κοινού. Εξάλλου, κάποιοι εκδότες ανησυχούν πως η επαλήθευση απαιτεί χρόνο και κόπο, που αποστερείται από την αμιγώς δημοσιογραφική εργασία, ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως η ανάδειξη μιας παραπλανητικής δήλωσης θα μπορούσε να εκληφθεί ως μεροληπτική και εν τέλει να υπονομεύσει τη σχέση του μέσου με το κοινό. Αξίζει να σημειωθεί πως, σύμφωνα με την κοινή γνώμη, πολιτικοί και άλλοι δημόσιοι φορείς δεν έχουν πάντα δίκαιη αντιμετώπιση, κρίνουν πως τα μέσα τείνουν να προσλαμβάνουν υπερ-αρνητικά τα γεγονότα και ελπίζουν σε μια πιο λελογισμένη κρίση εν αντιθέσει με την άκριτη στοχοποίηση. 



H υπευθυνότητα των δημοσιογράφων
Οι δημοσιογράφοι, όσον αφορά την παραπληροφόρηση και τη σκόπιμη παραπλάνηση, είναι τόσο αυστηροί στην κριτική τους στις τεχνολογικές πλατφόρμες, όσο είναι και προς τους πολιτικούς. Λιγότερο από ένα στα πέντε (17%) έδωσαν στο Facebook παρά τις προσπάθειές του τον τελευταίο χρόνο, το οποίο αν και αφαιρεί δισεκατομμύρια λογαριασμούς, εντείνει τη χρηματοδότηση για έλεγχο των γεγονότων και αυξάνει τη διαφάνεια γύρω από την πολιτική διαφήμιση. Το YouTube έχει βαθμολογία μόλις 18% σε ένα χρόνο, αν και έχει προωθήσει αξιόπιστες πηγές γύρω από τις έκτακτες ειδήσεις και εισήγαγε νέα πάνελ πληροφοριών, επισημαίνοντας ότι το θεωρεί παραπληροφόρηση. Η αναζήτηση στο Google κινείται οριακά καλύτερα στο 34%, μετά από αλλαγές στους αλγορίθμους του, εμφανίζοντας πλέον αυθεντικό περιεχόμενο και τοπικά νέα στα αποτελέσματα. Το Twitter σκόραρε 41%, πιθανώς λόγω της πρόσφατης στάσης του για απαγόρευση όλων των πολιτικών διαφημίσεων. Είναι δύσκολο τεχνολογικές εταιρείες να λαμβάνουν δημοσιογραφικές αποφάσεις για το ποιο περιεχόμενο θα έπρεπε να απομακρυνθεί ή να υποβαθμιστεί, καθώς και αυτές ακολουθούν τα κοινωνικά ρεύματα που πυροδοτούν αυτές τις τάσεις και άρα είναι μάλλον απίθανο να καταστούν πλήρως σύμφωνες με τις επιθυμίες πολιτικών και εκδοτών. 

Η ρύθμιση της πλατφόρμας «δαγκώνει»
Σε ορισμένες χώρες (π.χ. το Ηνωμένο Βασίλειο) είναι πιθανό να δούμε φέτος έναν νέο ρυθμιστή τεχνολογίας με εξουσίες για την επίβλεψη ενός εκτελεστού κώδικα δεοντολογίας για τους μεγαλύτερους παίκτες, όπως το Facebook και το Google, και νέους κανόνες που θα παρέχουν στους καταναλωτές μεγαλύτερο έλεγχο των δεδομένων τους. Ωστόσο, τα ζητήματα που αφορούν τον ελεύθερο λόγο και τις εκλογές θα είναι πολύ πιο δύσκολο να ρυθμιστούν.

Το εκλογικό focus των ΗΠΑ
Μέχρι τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης θα βρίσκονται στο προσκήνιο με συντονισμένη δραστηριότητα εκστρατείας και όλο και πιο ηχηρές κατηγορίες για τη μεροληψία των πλατφορμών από τα δεξιά, καθώς και από κάποιες φωνές στα αριστερά. Τα κλειστά group στο Facebook και το WhatsApp, όπου είναι πιο δύσκολο να εντοπιστεί και να ανασκευαστεί ψευδές περιεχόμενο, θα αποτελέσουν πεδίο αυξημένου ενδιαφέροντος. 

Πλατφόρμες και η σχέση με τη δημοσιογραφία
Η έρευνα δείχνει ότι οι εκδότες παραμένουν πιο θετικοί απέναντι στο Google και το Twitter (εν συγκρίσει με την Apple, το Facebooκ, το Snapchat και το Amazon) για τις δημοσιογραφικές τους πρωτοβουλίες, παραμένοντας ωστόσο κυνικοί για το ποια ήταν τα αληθινά κίνητρά τους για τις κινήσεις αυτές. Γενικώς, η έρευνα δείχνει ότι οι εκδότες δεν επιθυμούν να παίρνουν «μασημένη τροφή» από τις 
πλατφόρμες αντιθέτως, θα ήταν ευχαριστημένοι με ένα σαφές πλαίσιο υγιούς ανταγωνισμού, όπου θα αναγνωριζόταν επαρκώς η αξία του περιεχομένου που προσφέρουν.  Όπως έχει τεκμηριωθεί σε πρόσφατη έκθεση, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής διαθέτουν μια σειρά από εφαρμόσιμες επιλογές, εάν θέλουν να δημιουργήσουν ένα πιο ευνοϊκό περιβάλλον για την ανεξάρτητη επαγγελματική δημοσιογραφία, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για την προστασία της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης, την ενίσχυση της βιωσιμότητας των ειδήσεων,  βοηθώντας τη βιομηχανία και το επάγγελμα να εργαστούν για το ψηφιακό της μέλλον. Το αν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα λάβουν τέτοια μέτρα παραμένει ανοικτό ζήτημα, αλλά στην έρευνα οι εκδότες αισθάνονται ότι οι παρεμβάσεις είναι πιθανότερο να βλάψουν τη δημοσιογραφία (25%) παρά να τη βοηθήσουν (18%), με την πλειονότητα να αισθάνεται ότι δεν θα κάνει καμία διαφορά (56%).

Η καρτέλα ειδήσεων του Facebook γίνεται παγκόσμια
Καθώς αυτό ξεπερνά τα όρια των ΗΠΑ, μπορούμε να αναμένουμε περισσότερες αντεγκλήσεις σχετικά με το ποιος πρέπει να συμπεριληφθεί και πόσο θα πρέπει να πληρωθούν οι εκδότες.  Ίσως το σημαντικότερο ερώτημα, όμως, είναι αν πρόκειται να ασχοληθούν οι πολίτες με ένα ελεγχόμενο περιβάλλον γεμάτο από δοκιμασμένες αλλά και έμπιστες εταιρείες ειδήσεων. Η έρευνα δείχνει ότι τα νέα είναι περισσότερο ένα παράπλευρο γεγονός της εμπειρίας του Facebook και όχι ο κατ΄ εξοχήν προορισμός για ειδήσεις, και αυτό είναι μάλλον δύσκολο να αλλάξει. 

Ελεγχόμενες εκτός πλατφόρμας ειδήσεις
Το tab των ειδήσεων του Facebook αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης τάσης με πλατφόρμες που τείνουν να δημιουργήσουν αξιόπιστα και επιμελημένα περιβάλλοντα για ειδήσεις που δεν αναμειγνύονται με το εξατομικευμένο περιεχόμενο του χρήστη. YouTube και Google έχουν επίσης αρχίσει να εισάγουν αξιόπιστα brands στη ροή των ειδήσεων όταν προκύπτουν μεγάλα θέματα, χρησιμοποιώντας τεχνητή νοημοσύνη όπως το Discover. 

Εμπιστοσύνη  σε ταλέντα
Η έρευνα δείχνει ότι οι εκδότες θεωρούν ότι αυτό θα είναι ευκολότερο στη ροή των ειδήσεων (76% εμπιστοσύνη) σε σχέση με την επιστήμη/τεχνολογία δεδομένων (24%), ή τα προϊόντα (39%). Εδώ, υπάρχει έντονος ανταγωνισμός με τις τεχνολογικές πλατφόρμες και τις εμπορικές μάρκες, που μπορούν συχνά να προσφέρουν υψηλότερους μισθούς, περισσότερη ασφάλεια εργασίας και ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο τα άτομα μπορούν να αποδώσουν καλύτερα. 

Πρωτοβουλίες για την αύξηση της ποικιλομορφίας
Ορισμένοι οργανισμοί ειδήσεων έχουν αρχίσει να επιβάλλουν τους δικούς τους στόχους για την αρμονική συνεισφορά των δύο φύλων. Το έργο 5050 του BBC ξεκίνησε ως πείραμα από τη βάση, με 500 ομάδες να ενώνονται οικειοθελώς και τη συντριπτική πλειονότητα αυτών (75%) να κατακτούν αυτούς τους στόχους.

Νέα χρυσή  εποχή του ήχου, αλλά πού είναι τα έσοδα; 
Φαίνεται ότι θα είναι μια άλλη μεγάλη χρονιά για το podcasting, με πάνω από τους μισούς εκδότες να δηλώνουν ότι θα προωθούν διάφορα είδη πρωτοβουλιών για τις ραδιοφωνικές εκπομπές στο διαδίκτυο. Μεγαλύτερα ακροατήρια, καλύτερες μετρήσεις και ευκολότερη πρόσβαση συνεργούν στο να αλλάξουν τα οικονομικά των ειδήσεων. Οι εκδότες βλέπουν το podcasting ως μια ευκαιρία να προσελκύσουν νεότερα ακροατήρια, να οικοδομήσουν μια νέα συνήθεια και να αποφέρουν επιπλέον έσοδα.

Ο δείκτης αισιοδοξίας
Η επιχειρηματική προοπτική είναι αναμφίβολα σήμερα πιο θετική από ό,τι πριν από χρόνια, αλλά οι ανησυχίες για τη δημοσιογραφία παραμένουν σχεδόν για το 73% οι οποίοι δηλώνουν «σίγουροι» ή «πολύ σίγουροι» για τις προοπτικές της εταιρείας τους το 2020. Ωστόσο, αυτά τα ίδια στελέχη των μέσων ενημέρωσης είναι λιγότερο αισιόδοξοι για τη δημοσιογραφία γενικά (46%) και για τη δημοσιογραφία δημοσίου συμφέροντος συγκεκριμένα. 
Μια αξιοσημείωτη τάση είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους δημόσιους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς, πολλοί από τους οποίους αντιμετωπίζουν ραγδαία πτώση του κοινού για γραμμική (linear) παραγωγή περιεχομένου, αυξανόμενο ανταγωνισμό από το Netflix και το Spotify και -σε πολλές περιπτώσεις- επιθέσεις για το παραγόμενο ειδησεογραφικό προϊόν από λαϊκιστές πολιτικούς και ιδιοκτήτες εμπορικών μέσων ενημέρωσης. 
Αντιθέτως, τα εμπορικά Μέσα Ενημέρωσης, μεγάλα και μικρά, ιδίως εκείνα που βρίσκονται στην εμπροσθοφυλακή της μιντιακής αγοράς, εμφανίζονται ακόμη πιο σίγουρα για το μέλλον του επί πληρωμή περιεχομένου. Οι NYT έχουν 4.900.000 συνδρομητές, τόσο για την έντυπη όσο και για την ψηφιακή τους έκδοση.  Όμως ο αριθμός βρίσκεται πολύ μακριά, σχεδόν στα μισά, έναντι του στόχου τους, που είναι 10 εκατ. συνδρομές. Παράλληλα, οι Financial Times ξεπέρασαν το στόχο του 1 εκατ. συνδρομητών, ενώ ο Guardian επέστρεψε στην κερδοφορία -μετά από χρόνια σημαντικής πτώσης- με πάνω από 1 εκατ. αναγνώστες, τα τελευταία τρία χρόνια. 
Στελέχη των ειδήσεων σε πολλές χώρες αναφέρουν ότι τα έσοδα από συνδρομητές παρέχουν ένα σταθερό και αυξανόμενο εισόδημα, ενώ η διαφήμιση αποτυπώνεται εξαιρετικά ευμετάβλητη και με χαμηλότερες επιδόσεις έναντι των προϋπολογιζομένων αποτελεσμάτων το 2019.

Οι αναδυόμενες αμφιβολίες σχετικά με το ρόλο της τεχνητής νοημοσύνης
Πρόσφατη έκθεση του London School of Economics αποκάλυψε εκατοντάδες τρόπους με τους οποίους η τεχνητή νοημοσύνη (ή τουλάχιστον η μηχανική μάθηση) αναπτύσσεται ήδη στη δημοσιογραφία, ταυτόχρονα με την επισήμανση των δεοντολογικών προκλήσεων που προκύπτουν. H έκθεση αναφέρει τους διάφορους τρόπους με τους οποίους χρησιμοποιείται η τεχνητή νοημοσύνη σε: (1) συλλογή ειδήσεων, (2) παραγωγή (συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων ειδών αυτοματοποίησης των εφημερίδων) και (3) διανομή/σύσταση. 

Στην έρευνα των ψηφιακών ηγετών βλέπουμε ότι το μεγαλύτερο μέρος της προσοχής φέτος θα δοθεί στη δημιουργία πιο αποτελεσματικών συστάσεων (53% που λένε πολύ σημαντικά), ακολουθούμενες από εμπορικές χρήσεις, όπως η χρήση τεχνητής νοημοσύνης για τη στόχευση δυνητικών συνδρομητών και η βελτιστοποίηση των paywall (47%), και οι τρόποι αποτελεσματικότητας στην αίθουσα σύνταξης, όπως η χρήση τεχνητής νοημοσύνης για την υποβοήθηση της τοποθέτησης ή την βελτίωση των tags. 

Μόνο μια μειοψηφία εκδοτών αισθάνθηκε ότι η ρομποτική δημοσιογραφία (12%) ή οι τεχνητά διακινούμενες ειδήσεις (16%) θα ήταν σημαντικοί τομείς για να διερευνηθούν φέτος. Για τους υπόλοιπους, το ΑΙ ανοίγει νέες ευκαιρίες για αυτόματη μετάφραση, υποτιτλισμό, βελτίωση στη σύνθεση της φωνητικής αναζήτησης, παρέχοντας οικονομικά οφέλη και αποδοτικότητα. Δεν αντικαθιστά τους δημοσιογράφους, αντιθέτως τους δίνει τη δυνατότητα να επιστρέψουν στην κύρια εργασία τους, αποκαλύπτοντας γεγονότα και γράφοντας ιστορίες.